Εσύ το γνώριζες ότι:
Το πιο ξεκάθαρο όριο στον γραπτό λόγο είναι η τελεία. Ορίζει που ακριβώς τελειώνει μια πρόταση και από που θα ξεκινήσει η επόμενη.
Το αμέσως επόμενο είνα η άνω τελεία. Ορίζει το σημείο έναρξης μιας περιοδικής παύσης και τοποθετεί την πρόταση σε κατάσταση ενεργής αναμονής για την εξέλιξη που θα ακολουθήσει. Χρησιμεύει για να χωρίσει μέσα στη φράση δύο μέρη, από τα οποία το δεύτερο επεξηγεί το πρώτο.
Το κόμμα ξεκαθαρίζει την προτεραιότητα στην εξέλιξη της νοηματικής ροής. Δείχνει πού να κάνουμε μικρή παύση.Υπάρχουν πολλές παρεξηγήσεις για την χρήση αυτού του σημείου στίξης αλλά καμία αμφιβολιά ότι είναι εξαιρετικά χρήσιμο να γνωρίζουμε πότε και γιατί χρειάζεται να τοποθετούμε το κόμμα.
Ύστερα υπάρχει η μικρή οικογένεια των αποσιωπητικών. Δηλαδή οι τρεις τελείες που αποσιωπούν τα λόγια που αφήνουμε να εννοηθούν αλλά που καθορίζουν την σύνδεση με τα επόμενα που θα προκύψουν. Πολύ συχνά χρησιμοποιούνται όταν θέλουμε να αποσιωπήσουμε κάτι ή να δηλώσουμε ότι η φράση μένει κομμένη, ατέλειωτη.
Η άνω κάτω τελεία υπάρχει για να παραθέσει τα γεγονότα ως έχουν: από το Α ως το Ω. Μπαίνει όταν παρατίθενται τα λόγια κάποιου κατά λέξη, όταν παρατίθενται παροιμίες ή γνωμικά, όταν απαριθμούνται πράγματα ή όταν θέλουμε να εξηγήσουμε κάτι.
Το ερωτηματικό είναι μια μορφή τελείας που ρωτάει ξεκάθαρα κάτι συγκεκριμένο.
Το θαυμαστικό τονίζει την ένταση και την κατεύθυνση του νοηματικού τόνου που θέλουμε να δώσουμε. Μπαίνει μετά από επιφωνήματα ή φράσεις που εκφράζουν χαρά, λύπη, θαυμασμό, φόβο, πόνο κ.λπ.
Οι παρενθέσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στον γραπτό λόγο. Κλείνουν μέσα τους μια λέξη ή φράση που εξηγεί το νόημα της πρότασης. Συχνά μπαίνουν στο τέλος μιας φράσης έχοντας το όνομα αυτού που το είπε ή την πηγή.
Η μονή παύλα προσθέτει αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί διαφορετικά. Όπως εντός διαλόγου, ώστε να φανεί ότι αλλάζει πρόσωπο.
Η διπλή παύλα κυκλοφορεί συχνά χωρίς να μπορεί να ενταχθεί εύκολα μέσα σε μια πρόταση. Το σίγουρο είναι πως πάντα εμφανίζεται ως ζευγάρι. ΄Εχουμε την πρώτη παύλα και την δεύτερη παύλα, όπου ενδιάμεσα τοποθετούμε μια καθοριστική φράση ή λέξη διαφωτιστικής σημασίας. Χρησιμοποιείται όπως και η παρένθεση, αλλά σ' αυτή την περίπτωση η πληροφορία θεωρείται πιο σημαντική.
Τα εισαγωγικά δίνουν στις λέξεις και τις φράσεις μια νέα διάσταση καθώς άλλοτε μπορεί να έχουν την βαρύτητα της πραγματικότητας και άλλοτε της ειρωνίας. Πάλι εμφανίζονται μόνο ως ζευγάρι. Χρησιμοποιούνται συχνά όταν επιθυμούμε να παραθέσουμε τα λόγια κάποιου τρίτου κατά λέξη, όταν παρατίθενται παροιμίες ή γνωμικά ή όταν αναφέρονται τίτλοι βιβλίων, έργων κ.λπ.
Οι αγκύλες είναι μια μορφή παρενθέσεων και χρησιμοποιούνται όταν θέλουμε να βάλουμε νέα παρένθεση μέσα σε παρένθεση. Κάτι σαν την ζακέτα που φοράμε μέσα από το παλτό.
Η πλάγια γραμμή χρησιμοποιείται με δύο κύριους σκοπούς. Συνήθως για να ενώσει δυο παρεμφερείς έννοιες. Π.χ. Καλούνται όλοι οι μαθητές/μαθήτριες να προσέλθουν στην τάξη.
Αλλά και να διαζεύξει Π.χ. Τα σημεία στίξης έχουν ως σκοπό να χρωματίσουν/δώσουν ένταση στα λεγόμενα του γράφοντος.
Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να προσθέσεις;